Monday, August 20, 2007

Βιβλιοπαρουσίαση Πεζογραφίας - Σα νερό για ζεστή σοκολάτα της Λάουρα Εσκιβέλ

Με τον διακριτό και εύγλωττο τίτλο «Ξεσκονίζοντας Τη Βιβλιοθήκη μας» συνεχίζεται στο Λέξημα η νέα υποκατηγορία παρουσίασης βιβλίων πεζογραφίας που αντέξανε στο χρόνο.
Η ιδέα, οι επιλογές και τα κείμενα είναι του φίλου Πάτροκλου Χατζηαλεξάνδρου, γνωστού από το προσωπικό, μη κερδοσκοπικό, λογοτεχνικό του Στέκι Περί...Γραφής
[a href=http://www.peri-grafis.com / &] Περί-γραφής [/a]
(http://www.peri-grafis.com)



Διαβάστε ένα απόσπασμα από τη βιβλιοπαρουσίαση του Αυγούστου 2007


Τίτλος: Σα νερό για ζεστή σοκολάτα
Συγγραφέας: Laura Esquive
Εκδόσεις: ΩΚΕΑΝΙΔΑ
Α΄ Ελληνική έκδοση: 1994
Μετάφραση: Κλαίτη Σωτηριάδου-Μπαράχας
Σελίδες: 260
Τίτλος πρωτοτύπου: Like Water For Chocolate


Καιρός διακοπών πλέον κι είναι ώρα για κάτι ευχάριστο, δροσερό, γλυκό και γευστικό. Είναι καιρός για λίγη ζεστή σοκολάτα, από τα μαγικά χέρια της Λάουρα. Ξέρω πως κυκλοφορούνε πολλά βιβλία μαγειρικής, γκουρμέ ή άλλως πως. Ξέρω πως κυκλοφορούνε πολλά ερωτικά βιβλία. Θαυμάσια, καλά, μέτρια... Κείνο που δεν ήξερα κι ίσως κι εσείς, είναι πως κυκλοφορεί ένα βιβλίο που είναι κι από τα δυο, χωρίς να ‘ναι κι απαραίτητα, μα... τέλος πάντων.
Άνοιξα μ’ έντονο σκεπτικισμό το πόνημα τούτο, προετοιμασμένος να ...‘φάω στη μάπα’ κάτι σύνηθες, γλυκανάλατο κι ακόμα-ακόμα προετοιμασμένος να το παρατήσω στη πρώτην ευκαιρία, να πιάσω κάτι άλλο και μετά να φροντίσω να το φέρει η τύχη, να μη το ξαναπιάσω ποτέ ξανά. Έχει συμβεί, σας τ’ ορκίζομαι, αυτό στο παρελθόν. Ε λοιπόν σας πληροφορώ πως τη πάτησα! Το βιβλίο αυτό κατάφερε να με καθηλώσει και μάλιστα με πολλούς τρόπους.
Φανταστείτε μια πολυπλόκαμη σειρήνα που στην αρχή αφήνεσαι να ενδώσεις στα θέλγητρά της από περιέργεια και μόνο. Μετά, -πλοκάμι το πλοκάμι- σε κερδίζει και μένεις κοντά της. Ύστερα δε θες με τίποτα να ξεκολλήσεις και να τελειώσει κι όταν αυτό συμβαίνει, δυστυχώς, -γιατί ναι... δυστυχώς τελειώνει κάποια στιγμή- γυρνάς σα χαμένος τις λιγοστές, τελευταίες, σχεδόν άδειες σελίδες μπας κι έχει ξεμείνει κάτι ακόμα να γευτείς από τη μαγεία, εκεί που αναγράφει το που, το πώς, το γιατί και το πότε τυπώθηκε –μέχρι και ποιος ήτανε βάρδια νυχτοφύλακας στον εκδοτικό όταν παραδόθηκε- και τα διαβάζεις ακόμα μαγεμένος, γιατί σε κρατά το τελευταίο άρωμα αυτής της ακόμα ζεστής σοκολάτας. Σε γοητεύουν ακόμα κι αυτές οι ...άχρηστες πληροφορίες, όπως σηκώνεις την άδεια πια κούπα για να στραγγίξεις και τις τυχόν τελευταίες ρουφηξιές της. Κι όταν κλείνεις με βαριά καρδιά το εξώφυλλο, ξαναγυρνάς στην αρχή, πυρετωδώς, για να ξανακοιτάξεις μπας και σου ξέφυγε τίποτε, τίποτε τελευταία στοιχεία για τη συγγραφέα και πάει λέγοντας.
Έτσι έκανα και τότε πρόσεξα τ’ όνομα της μεταφράστριας: Κλαίτη Σωτηριάδου-Μπαράχας! Μια θαυμάσια μεταφράστρια εξειδικευμένη στις λατίνικες γλώσσες και κύρια μεταφράστρια του λατρεμμένου μου Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες. Η γυναίκα καταφέρνει θαυμάσια πράγματα στις δουλειές που ‘χει κάνει, -κι έχω διαβάσει μέχρι σήμερα- και βρίσκω την ευκαιρία να τη συγχαρώ και δημόσια. Επίσης να εξάρω τη προσεγμένη έκδοση από την Ωκεανίδα. Μπράβο τους!
Κλείνω τη παρένθεση κι επανέρχομαι στο βιβλίο. Πρόκειται για ένα έξοχο βιβλίο εξωτικής μαγειρικής, ένα ερωτικότατο βιβλίο με πάμπολλους, έντονους και κομψούς τόνους αισθησιασμού και παράλληλα χρονικό μιας εποχής, παλιάς και κάπως ...πρωτόγονης. Ένα βιβλίο θηλυκό, από μια γυναίκα ταλαντούχα, λατίνικο κι απολαυστικό μέχρι τη τελευταία ...σταγ... εεε σελίδα, -ναι! ναι... κι αυτή με τις άχρηστες πληροφορίες.
Όχι, μην αναζητήσετε αβυσσαλέα βάθη κι υψηλή φιλοσοφική σκέψη. Άλλωστε ποιός ξέρει αν αυτή η μαστοριά στο να φτιάχνει κανείς μιαν εξαίσια ζεστή σοκολάτα, δε κρύβει μεγάλη δόση σοφίας. Όταν κάποτε ρωτήσαν οι μαθητές, ένα κινέζο σοφό δάσκαλο για το μυστικό της ευτυχίας, είπε: «Να φτιάχνεις έτσι το σπίτι σου, ώστε τον χειμώνα να φαντάζει ζεστό, το καλοκαίρι δροσερό και να φτιάχνεις το τσάι σωστά, παραδοσιακά, έτσι ώστε να το απολαμβάνεις πλέρια». Οι μαθητές εξανέστησαν: «Αυτό είναι Δάσκαλε το μυστικό της Ευτυχίας; Σιγά, και ποιός δε το ξέρει»; Τότε ο δάσκαλος απάντησεν ήσυχα: «Δείξτε μου έστω κι ένα που να κάνει όλα όσα είπα κι εγώ θα πάω να καθίσω στα γόνατά του να γίνω μαθητής του»!


(απόσπασμα)

Για να διαβάσετε ολόκληρη την παρουσίαση, κάντε κλικ εδώ

Sunday, August 5, 2007

Βιβλιοπαρουσίαση πεζογραφίας: Νορβηγικό Δάσος του Χαρούκι Μουρακάμι


Η Μαργαρίτα Καρλαύτη παρουσιάζει για το Λέξημα και την κατηγορία της "πεζογραφίας" το "Νορβηγικό Δάσος" του Χαρούκι Μουρακάμι σε μετάφραση της Μαρίας Αγγελίδου και τις εκδόσεις Ωκεανίδα.
Διαβάστε ένα απόσπασμα:


Το λέει ξεκάθαρα ο Τόρου Βατανάμπε. Γράφει τις αναμνήσεις του δεκαοκτώ χρόνια μετά τα γεγονότα, φοβούμενος πως οι μισοσβησμένες του μνήμες συνεχίζουν να ξεθωριάζουν και να σβήνουν στιγμή τη στιγμή. Γράφει με την απελπισία του πεινασμένου που ρουφάει άψυχα κόκαλα προκειμένου να κρατήσει την υπόσχεση που έδωσε στη Ναόκο τότε... Να μην την ξεχάσει ποτέ. (σελ 21)

Το σπουδαίο Iάπωνα συγγραφέα Χαρούκι Μουρακάμι τον γνωρίσαμε στην Ελλάδα κυρίως από το βιβλίο του «Το κουρδιστό πουλί» που έχω επίσης παρουσιάσει στο Λέξημα στις 9/2/06 (http://www.lexima.gr/lxm/read-143.html) με αρκετά στοιχεία για το συγγραφέα. Όμως το «Νορβηγικό Δάσος» είναι προγενέστερο και είναι το βιβλίο που τον έκανε ευρέως γνωστό στην Ιαπωνία.
Το «Νορβηγικό Δάσος» δεν έχει τις μεταφυσικές προεκτάσεις που έχει το «Κουρδιστό Πουλί», αλλά και εδώ ο συγγραφέας αφήνει κάποια υπονοούμενα μεταφυσικών εμπειριών ή παιχνιδιών του μυαλού. Η ιστορία του βιβλίου όπως ήδη έγραψα είναι οι αναμνήσεις του Τόρου Βατανάμπε από τα φοιτητικά του κυρίως χρόνια.

Η διήγηση είναι πρωτοπρόσωπη και ο Βατανάμπε ξεκινάει με τη βαθιά φιλία που τον ένωνε με το ζευγάρι Κιζούκι και Ναόκο στα εφηβικά του χρόνια και την απώλεια που βίωσε, όταν ο αγαπημένος του φίλος Κιζούκι έβαλε τέρμα στη ζωή του, χωρίς να υπάρχει κανένας προφανής λόγος και χωρίς καμιά εξήγηση. «Τη νύχτα που πέθανε ο Κιζούκι, ο θάνατος έπαψε να είναι το αντίθετο της ζωής και βρέθηκε ξαφνικά εδώ μέσα μου. Πάντα ήταν εδώ και όσο κι αν προσπαθούσα δε θα μπορούσα πια να το ξεχάσω. Εκείνη τη νύχτα του Μαΐου, ο θάνατος πήρε μαζί του μαζί με τον δεκαεπτάχρονο Κιζούκι και κάτι από μένα» (σελ 48).
Στη συνέχεια ο Βατανάμπε μας διηγείται περιστατικά από τη ζωή του ως φοιτητής, μας μιλάει για το Λοχία, τον ιδιόρρυθμο συγκάτοικό του, που του εξασφάλιζε διασκεδαστικές ιστορίες, το γοητευτικό και χαρισματικό συμφοιτητή του Ναγκασάβα και την μάλλον άδικη για τη Χατσούμι σχέση που είχε συνάψει μαζί του. Συνεχίζει αναπτύσσοντας τη σχέση που είχε με τη Ναόκο, τους περιπάτους και τις συζητήσεις τους, προτού αυτή εγκαταλείψει την πόλη και αποφασίσει να αποσυρθεί σε ένα παράξενο μέρος-κλινική προκειμένου να ξαναβρεί τις ισορροπίες της, για να μπει τέλος ακόμα ένα πρόσωπο στη ζωή του και στη διήγησή του, η Μιντόρι.
Κατά την απουσία της Ναόκο, ο Βατανάμπε πιάνει φιλίες με μια συμφοιτήτριά του, τη Μιντόρι Κομπαγιάσι, που έκαναν μαζί το μάθημα της Ιστορίας του θεάτρου. Η γήινη, όλο ζωντάνια, αυθόρμητη Μιντόρι με τις παράξενες επιθυμίες και απορίες, είναι το ακριβώς αντίθετο της εύθραυστης και αέρινης Ναόκο. Ενώ κατά τις επισκέψεις του στο μέρος που φιλοξενείται η Ναόκο, γνωρίζει τη συγκάτοικό της, τη Ρέικο που και αυτή έχει να διηγηθεί μια παράξενη ιστορία για το πώς κατέληξε σ' αυτό το μέρος.

Και σε αυτό το βιβλίο ο Μουρακάμι ακολουθεί το προσφιλές του ύφος γραφής χωρίς προσχέδιο, με πολλές λεπτομέρειες στις αφηγήσεις του, που παρότι δεν προσφέρουν στην πλοκή, καταφέρνουν να μας βυθίσουν στον κόσμο και στην ψυχολογική κατάσταση των ηρώων. Έτσι, ο Μουρακάμι χωρίς να υπογραμμίζει συγκεκριμένα γεγονότα ή να τραβάει την προσοχή μας από τις ιστορίες, όσο εμείς βρισκόμαστε βυθισμένοι σ' αυτές και τις λεπτομέρειες που παραθέτει, κάνει αναφορές στα θέματα που τον απασχολούν, όπως ο θάνατος, η απώλεια, η ψυχολογική διαταραχή, οι ερωτικές σχέσεις, και αφήνει τους αναπάντητους προβληματισμούς του να φωλιάσουν μέσα μας, σχεδόν χωρίς να το πάρουμε είδηση.

Το βιβλίο πήρε τον τίτλο «Νορβηγικό Δάσος» λόγω του τραγουδιού των Beatles “Norwegian wood”. Παραθέτω τους στίχους για δύο λόγους. Πρώτον γιατί παρόλο που δεν αναφέρονται πουθενά στο βιβλίο, περιγράφουν κάποιες σκηνές, ατάκες ή προβληματισμούς του και δεύτερον για να επισημάνω την εμφάνιση -ή την εξαφάνιση αν προτιμάτε- του «πουλιού».
I once had a girl
Or should I say she once had me
She showed me her room
Isn't it good Norwegian wood?

She asked me to stay
And she told me to sit anywhere
So I looked around
And I noticed there wasn't a chair

I sat on a rug biding my time
drinking her wine
We talked until two and then she said
"it's time for bed"

She told me she worked
in the morning and started to laugh
I told her I didn't
and crawled off to sleep in the bath

And when I awoke I was alone
This bird had flown
So I lit a fire
Isn't it good Norwegian wood?

Στο «Νορβηγικό Δάσος» ο Μουρακάμι κάνει κάποιες αναφορές που ενδεχομένως περνάνε απαρατήρητες, αλλά ο προσεκτικός αναγνώστης τις αναγνωρίζει περισσότερο ανεπτυγμένες στο «Κουρδιστό πουλί». Για παράδειγμα στη σελ. 230 ο Βατανάμπε βλέπει ένα όνειρο. «...σε κάθε κλαδί σε κάθε δέντρο ήταν γατζωμένα μικρά πουλιά. Το βάρος τους εμπόδιζε τα κλαδιά να κουνηθούν στο αεράκι. Βρήκα ένα ξύλο και χτύπησα το πιο κοντινό κλαδί για να διώξω τα πουλιά και να το ελευθερώσω. Δεν έφυγαν. Αντί να πετάξουν, έγιναν σιδερένια και έπεσαν στο χώμα.» και στη σελ. 344 ο Βατανάμπε γράφει: «...κι εγώ κουρντίζω κάθε πρωί τον εαυτό μου. Από την ώρα που σηκώνομαι, πλένω τα δόντια μου, ξυρίζομαι, τρώω το πρωινό μου, ντύνομαι, φεύγω από την εστία και φτάνω στο πανεπιστήμιο, έχω γυρίσει το κουρντιστήρι μου περίπου 36 φορές... Μπορώ και γυρίζω το κουρντιστήρι μου κάθε πρωί επειδή σε σκέφτομαι... Σήμερα είναι Κυριακή. Τις Κυριακές δεν κουρντίζω τον εαυτό μου»

Σ' αυτό το βιβλίο κάνουν την εμφάνισή τους και κάποιες αλλόκοτες παρομοιώσεις, που μου θυμίζουν λίγο το στυλ του Τομ Ρόμπινς. Στη σελ. 400:
«Τι θα πει στ'αλήθεια όμορφη;» «Θα πει πως η ομορφιά σου γκρεμίζει βουνά και στερεύει θάλασσες». «Μου αρέσεις πολύ Μιντόρι. Πάρα πολύ. Σαν αρκουδάκι της άνοιξης» Στη σελ 448: «Το κούρεμά σου είναι φοβερό. Τόσο φοβερό που θα μπορούσε να κόψει όλα τα δέντρα σε όλα τα δάση του κόσμου» Σελ. 458: «Πόσο πολύ μ' αγαπάς;» «Τόσο που να λιώσουν όλες οι τίγρεις του κόσμου και να γίνουν βούτυρο»
Όμως κάνουν την εμφάνισή τους και κάποιες γαστριμαργικές απολαύσεις, όπως παραδοσιακοί ριζοκεφτέδες γεμιστοί με ξινό ουμεμπόσι και τυλιγμένοι με νόρι, τεμπούρα και ρύζι με πράσινα φασολάκια, κοτόπουλο τεριγιάκι, πιτάκια με φύκια και τηγανητό τόφου, σούσι με ψάρι, σουκιγιάκι -μοσχαρίσιο κρέας πράσινα κρεμμύδια, μακαρόνια, ψητό τόφου και λαχανικά-, ψητή πάπια, γλώσσα φιλέτο κ.α.
Όπως σε όλα τα βιβλία του Μουρακάμι παρούσα είναι και η μουσική. Στο «Νορβηγικό Δάσος» γίνονται πάμπολλες αναφορές σε πολλά τραγούδια και μουσικούς. Χένρι Μαντσίνι -Dear heart, Μπραμς Τέταρτη Συμφωνία, Μπιλ Έβανς, Μπαχ-Φούγκα, Μπιτλς - Michelle, Nowhere man, Julia, Norwegian wood, Μπερτ Μπακάρα, Λένον, Μακ Κάρτνι, Τζιμ Μόρισον, Τελόνιους Μονκ, Ορνέτ Κόλμαν, Μπαντ Πάουελ, Αντόνιο Κάρλος Τζομπίμ, Ραβέλ, Ντεμπισί, Μπομπ Ντίλαν, Ρέι Τσαρλς κ.α
Γίνονται όμως και αναφορές σε βιβλία και συγγραφείς, που ενώνουν, χωρίζουν, χαρακτηρίζουν, ή απλώς διαβάζονται αναλόγως της διάθεσης. «Ο κένταυρος», «Ο μεγάλος Γκάτσμπι», «Φύλακας στη σίκαλη», «Πόλεμος και Ειρήνη», «Μαγεμένο βουνό», «Κάτω απ τον τροχό», «Κεφάλαιο», Τρούμαν Καπότε, Τζον Άπνταϊκ, Φ. Σκοτ Φιτζέραλντ, Ρέιμοντ Τσάντλερ, κ.α.
(απόσπασμα)

Για να διαβάσετε ολόκληρη την παρουσίαση στο Λέξημα κάντε κλικ εδώ

Thursday, August 2, 2007

Βιβλιοπαρουσίαση Πεζογραφίας - Δίλημμα δικαίου του George P. Pelecanos


Ο Σιδέρης Ντιούδης παρουσιάζει για το Λέξημα το βιβλίο του George P. Pelecanos, «Δίλημμα δικαίου», σε μετάφραση Περικλή Μποζινάκη από τις εκδόσεις: Οξύ, 2006. Σελ. 400


Το «Δίλημμα δικαίου» είναι το πέμπτο βιβλίο του ελληνοαμερικανού συγγραφέα George Pelecanos που εκδίδεται στην Ελλάδα. Είχαν προηγηθεί τα βιβλία «Ζήτημα τιμής», «Η σαρωτική έκρηξη», «Ο βασιλιάς του πεζοδρομίου», «Φλεγόμενη πόλη» και όπως στα προηγούμενα έτσι και εδώ η πόλη που στους δρόμους της ξετυλίγεται η πλοκή είναι η γενέτειρα του συγγραφέα, Ουάσινγκτον.
Αν και ο Pelecanos θεωρείται ένας από τους πιο δημοφιλής σύγχρονους συγγραφείς αστυνομικής λογοτεχνίας, στο τελευταίο του βιβλίο καταπιάνεται με το πολύ ευαίσθητο για την αμερικανική κοινωνία θέμα του ρατσισμού. Η βαρύτητα που δίνει ο συγγραφέας σ' αυτό το θέμα φαίνεται εξάλλου από το τονισμό του χρώματος των ηρώων του: Ο μαύρος ντετέκτιβ, πρώην αστυνομικός Ντέρεκ Στρέιντζ αναλαμβάνει την υπόθεση της διαλεύκανσης δολοφονίας ενός μαύρου αστυνομικού από έναν λευκό συνάδελφό του πάνω σε ατυχή νυχτερινή συμπλοκή. Το ξετύλιγμα της υπόθεσης θα οδηγήσει τον Στρέιντζ στον υπόκοσμο της Ουάσινγκτον όπου διεφθαρμένοι αστυνομικοί, εγκληματίες και έμποροι ναρκωτικών ορίζουν τον δικό τους άτυπο νόμο.
Στο «Δίλημμα δικαίου» δεν θα συναντήσουμε αμέτρητους φόνους βουτηγμένους στο αίμα. Αν και έχει σαν αφετηρία του το αστυνομικό μυθιστόρημα, ο σκοπός του Pelecanos είναι να στηλιτεύσει την κάθε μορφή ρατσισμού, είτε προέρχεται από την μεριά των λευκών είτε από την μεριά των μαύρων, χωρίς διδακτικούς τόνους. Αναδεικνύει και εντάσσει στην πλοκή του την σκοτεινή πλευρά της μεγαλούπολης όπου βασιλεύούν τα ναρκωτικά και η διαφθορά και όπου οι άνθρωποι είναι σκιά του εαυτού τους. Σαν όχημα για να πετύχει το σκοπό του ο συγγραφέας στηρίζεται στην περίτεχνη πλοκή, στην σύγχρονη και ζωντανή γλώσσα με τους έντονους διάλογους που οδηγεί σε βαθμιαία κορύφωση. Ο Pelecanos δεν ξεχνάει τις ελληνικές του ρίζες δίνοντας έναν μικρό ρόλο στον Μπίλι Γεωργελάκος ιδιοκτήτη εστιατορίου και φίλο του ντετέκτιβ Στρειντζ.
Πραγματικά το «Δίλημμα δικαίου» είναι ένα εξαιρετικό μυθιστόρημα που αγγίζει το αστυνομικό μυθιστόρημα έχοντας έντονες κοινωνικές και πολιτικές προεκτάσεις.